- ἁλμυρῆς
- ἁλμυρόςsaltfem gen sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γιούτα — (Utah). Πολιτεία (219.888 τ. χλμ., 2.233.169 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ, στο κεντροδυτικό τμήμα της χώρας, στην περιοχή των υψιπέδων που περιλαμβάνονται ανάμεσα στις Βορειοαμερικανικές Κορδιλιέρες. Συνορεύει με τις πολιτείες, στα Β του Αϊντάχο και του … Dictionary of Greek
έδαφος — Το ανώτερο επιφανειακό στρώμα της Γης, μεταξύ του μητρικού πετρώματος και της ατμόσφαιρας, μέσα στο οποίο αναπτύσσονται τα φυτά. Το ε. είναι συνεχόμενο λεπτό στρώμα που καλύπτει τον φλοιό της Γης, εκτός από τους βράχους, τις γυμνές βουνοπλαγιές,… … Dictionary of Greek
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Μπρίγκαμ — (Brigham Young, 1801 – 1877). Αμερικανός ηγέτης των Μορμόνων, θρησκευτικής αίρεσης των ΗΠΑ. Το 1847 ίδρυσε κοντά στην Αλμυρή λίμνη μορμονική αποικία, η οποία έγινε πρωτεύουσα της πολιτείας Γιούτα με την ονομασία Πόλη της Αλμυρής Λίμνης (Salt Lake … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Μορμόνοι — (Mormons). Οπαδοί μιας θρησκευτικής αίρεσης (περίπου 5.000.000 πιστοί στις ΗΠΑ), γνωστοί κυρίως γιατί αποίκισαν τη Γιούτα των ΗΠΑ και εφάρμοζαν επί αρκετές δεκαετίες την πολυγαμία. Το 1820 ο δεκαπενταετής Τζόζεφ Σμιθ, γιος ενός καλλιεργητή από το … Dictionary of Greek
Νακούρου — (Nakuru). Πόλη (333.800 κάτ. το 2003) της Κένυας, πρωτεύουσα της επαρχίας Ριφτ Βάλεϊ (182.413 τ. χλμ.). Bρίσκεται σε υψόμετρο 1.871 μ. στη γόνιμη κεντρική περιοχή της Pιφτ Bάλεϊ, στα Β της ομώνυμης αλμυρής λίμνης, γύρω από την οποία εκτείνεται,… … Dictionary of Greek
Σαρωνικός — Βαθύς κόλπος μεταξύ της Αττικής και της βορειοανατολικής Πελοποννήσου (Κορινθία, Αργολική χερσόνησος) που κλείνεται από το ακρωτήριο Σούνιο και Δ από το ακρωτήριο Σπαθί ή Σκύλαιον της Αργολικής χερσονήσου. Ο Σαρωνικός είναι αποτέλεσμα… … Dictionary of Greek